Με τις Μέρες του φωτός, τον καινούργιο δίσκο των Θέμη Καραμουρατίδη και Γεράσιμου Ευαγγελάτου στις αποσκευές της, ταξιδεύει σε ολόκληρη την Ελλάδα. Σε μία στάση απ’ την περιοδεία της μίλησε στο Music Paper για τις δικές της μέρες του φωτός, τη γενιά της, για ό,τι την ικανοποιεί και ό,τι τη θυμώνει. Δίχως άλλα λόγια και περιττές συστάσεις, κυρίες και κύριοι, η Νατάσσα Μποφίλιου.
.
Με καθυστέρηση αρκετών μηνών, οι Μέρες του φωτός βγήκαν στα δισκοπωλεία…
Με καθυστέρηση αρκετών μηνών, οι Μέρες του φωτός βγήκαν στα δισκοπωλεία…
Ναι, επιτέλους εκδόθηκαν και είναι και Νο1 στις πωλήσεις σε Ελλάδα και Κύπρο. Είμαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτό, γιατί παρά τις αντίξοες συνθήκες για τη δισκογραφία υπάρχει ακόμα κάποιος κόσμος που όταν μία δουλειά του αρέσει την τιμά με το να την αγοράσει. Μιλάμε βέβαια για νούμερα που σε καμία περίπτωση δε συγκρίνονται με το παρελθόν, αλλά εντάξει, κάτι είναι κι αυτό.
Τι πιστεύεις ότι χαρακτηρίζει αυτό το δίσκο ως προς την καλλιτεχνική σχέση σου με τους σταθερούς συνεργάτες σου, τον Θέμη Καραμουρατίδη και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο;
Νομίζω ότι τον χαρακτηρίζουν δύο πράγματα. Το πρώτο είναι η καλλιτεχνική και ψυχική ωριμότητα με την οποία μπήκαμε στη δημιουργία αυτού του project. Άλλωστε, πάντα δουλεύαμε με την λογική του project όταν πρόκειται να βγάλουμε μία καινούργια δουλειά. Ένας δίσκος, ένα live, είναι για μας ένα σύνολο, μια ολοκληρωμένη πρόταση που έχει μία θεματική, και ως τέτοια τα αντιμετωπίζουμε. Αυτή η επιλογή έχει και έντονο το στοιχείο της σιγουριάς και της ασφάλειας για τη συγκεκριμένη καλλιτεχνική κίνηση που συνειδητά επιλέγουμε. Το δεύτερο είναι ότι αυτή η σιγουριά συνέπεσε και με την αποδοχή του κόσμου κατά τη διάρκεια των εμφανίσεών μας το χειμώνα. Ταίριαξε και πρακτικά η δική μας καλλιτεχνική ανάπτυξη με την αποδοχή του κόσμου, κάτι που είναι πολύ ισορροπημένο, υγιές, και πολύ ευχάριστο.
Από τις χειμωνιάτικες εμφανίσεις σας στο Gazoo τι έχεις να θυμάσαι;
Ήταν ένα καταπληκτικό ταξίδι που πολύ το ευχαριστήθηκα. Προς μεγάλη μας ικανοποίηση είχαμε παράταση των παραστάσεων και όταν τελείωσαν, όλοι μας πέσαμε σε μελαγχολία. Δουλέψαμε πολύ γι’ αυτό το πρόγραμμα και διαπίστωσα ότι ο κόσμος ερχόταν με διαφορετική διάθεση απ’ ότι για παράδειγμα πέρσι στο Μετρό. Ήταν κι όλο αυτό το πράγμα που σιγόβραζε στον κόσμο και που φέτος είχε εκτονωθεί. Άσε που για πρώτη φορά – για τα δικά μας δεδομένα - το πρόγραμμα φέτος τελείωνε με αισιοδοξία, έφευγε ο κόσμος δυναμικά, δεν έφευγε αποτελειωμένος. Σε όλη την παράσταση η αίσθηση ήταν λυτρωτική. Υπήρχε κι εκείνο το σετ με τον Καραγκιόζη, τις Νταλίκες και τις Μεγάλες αγάπες, που έδωσε άλλο τόνο στην παράσταση. Άλλωστε, το πρόγραμμα ξεκινούσε με το τραγούδι που μιλάει για τις Μέρες του φωτός. Μεγάλη ανατροπή για τα δικά μας δεδομένα!
Από τις μικρές μουσικές σκηνές όταν πρωτοξεκίνησες, μέχρι το κατάμεστο Gazoo και τελικά σε ολόκληρη την Ελλάδα, πόσο έχεις αλλάξει μέσα από αυτή την αλλεπάλληλη έκθεσή σου στο κοινό;
Νομίζω καθόλου. Μπορώ να σου πω τις συνέπειες που είχε αυτή η έκθεση σε μένα, αλλά δε νομίζω ότι αυτές οι συνέπειες έφεραν κάποια αλλαγή. Σίγουρα είμαι πολύ πιο κουρασμένη σωματικά, με περισσότερο άγχος, πιο νευρική. Αλλά αυτά είναι πρακτικά θέματα και δεν έχουν επιφέρει καμία ουσιαστική αλλαγή σε μένα.
Γενικότερα, πόσο έχει αλλάξει η Νατάσσα Μποφίλιου μέσα στα χρόνια;
Κάτι που έχει αλλάξει είναι ότι είμαι πιο σίγουρη για το πού πηγαίνω. Αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την ηλικία, παρά με τη δουλειά. Εκεί εντοπίζω μια μεγάλη διαφορά. Νιώθω πιο σίγουρη και ευτυχής από ποτέ και αυτό είναι πράγματι μια μεγάλη αλλαγή. Ήμουν πολύ πιο ανασφαλής και κατά συνέπεια πιο δυστυχής απ’ ότι σήμερα. Και όταν λέω ότι ξέρω που πηγαίνω, δεν έχει να κάνει τόσο με τη δουλειά. Δεν ξέρω αν θα είμαι τραγουδίστρια σε τρία χρόνια από τώρα, ξέρω όμως ότι θα ήθελα να συνεχίσω να είμαι
Αυτές είναι οι δικές σου μέρες του φωτός, λοιπόν. Και ο δίσκος;
Αυτός ο δίσκος ήταν να μην γίνει. Είχαμε αποφασίσει ότι δε θα φτιάξουμε άλλη δουλειά γιατί δε μας έβγαινε καινούργιο υλικό. Σκέψου ότι μετά τα Εισιτήρια είχαμε φτιάξει μόνο ένα τραγούδι που τελικά δεν μπήκε καν στο δίσκο. Ξέρεις, μας λένε πολλές φορές ότι συνεργαζόμαστε γιατί είμαστε πολύ κολλημένοι ο ένας στον άλλον. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Είμαστε κολλημένοι ο ένας στον άλλον όσο είμαστε κολλημένοι με τα καλλιτεχνήματα που κάνει ο καθένας. Ακούω μουσικές του Θέμη, διαβάζω στίχους του Γεράσιμου και θέλω να τους τραγουδήσω. Κατ’ αυτή την έννοια, ναι, είμαι κολλημένη. Το ίδιο, φαντάζομαι, και τα παιδιά. Έχουμε όμως ακόμα την ικανότητα να διαχωρίζουμε την επιθυμία μας να συνεργαστούμε από την αντικειμενική πραγματικότητα, αν δηλαδή το υλικό που φέρνει αυτή η συνεργασία είναι κάτι καλό. Έτσι, είχαμε αποφασίσει ότι δε θα είναι αυτό το επόμενο βήμα μας. Εκείνη λοιπόν την περίοδο που είχαμε αποφασίσει να μη κάνουμε μαζί την επόμενη δουλειά μας, τη μέρα που τα συζητάγαμε αυτά, είχε φέρει ο Γεράσιμος κάποια γραπτά τα οποία δε σκεφτόταν να τα κάνει τραγούδια. Ήταν ορισμένα κείμενα περισσότερο πειραματικά, με μια περίεργη δομή που δεν πήγαινε το μυαλό σου ότι μπορούν να γίνουν τραγούδια. Μας τα έδωσε λοιπόν να τα διαβάσουμε για να του πούμε τη γνώμη μας.
Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις σας;
Εγώ το πρώτο που διάβασα ήταν η Δεμένη και μ’ έπιασαν τα κλάματα. Μου χτύπησε μία πολύ ευαίσθητη χορδή, για άλλη μία φορά. Άλλωστε, του Γεράσιμου αυτή είναι η δουλειά του, να «καταστρέφει» τον κόσμο... Διάβασα και δυο - τρία ακόμα, τον Λοχαγό έρωτα, την Καρδιά πονάει όταν ψηλώνει και Τις τελευταίες μέρες. Μετά τα παίρνει ο Θέμης, τα διαβάζει, και δε λέει απολύτως τίποτα. Ούτε καν μας κοίταξε. Πληρώσαμε τον λογαριασμό στο μαγαζί που ήμασταν και φεύγοντας για να πάρουμε ταξί, ο Θέμης με τρόπο εντελώς κινηματογραφικό αρπάζει τα χαρτιά από το χέρι του Γεράσιμου, μπαίνει στο ταξί και φεύγει. Έστειλε ένα μήνυμα στις 12 το βράδυ που έλεγε: «ελάτε αύριο το απόγευμα στο σπίτι μου, έχω φτιάξει πέντε τραγούδια». Ολόκληρος ο κορμός από τις Μέρες του φωτός ήταν ήδη έτοιμος.
Και πώς προέκυψε η ανάγκη να μοιραστεί το υλικό σε δύο δίσκους;
Όταν όλο το υλικό άρχισε να παίρνει μορφή, διαπιστώσαμε ότι αυτά τα τραγούδια είχαν μέσα τους δύο εποχές. Από μόνα τους ζητούσαν μια διαχωριστική γραμμή, τόσο σε επίπεδο στιχουργικό και συνθετικό, όσο και ερμηνευτικό. Όπως τραγούδησα τη Δεμένη και τον Μονόλογο, δεν πήγα να τραγουδήσω τις Τελευταίες μέρες ή τις Μέρες του φωτός. Απ’ την άλλη, δε μπορούσα να φανταστώ τη Δεμένη χωρίς την μαντολινάτα, ούτε και στον ίδιο δίσκο με τις Μέρες του φωτός. Έτσι χωρίσαμε το δίσκο σε δύο πλευρές, σε Α’ και Β’, όπως γινόταν κάποτε. Σε δύο διαφορετικούς τρόπους, που και οι τρεις μας αυτές τις δύο πλευρές τις περιέχουμε. Ολοκληρώσαμε το υλικό του δίσκου πολύ γρήγορα, μέσα το πολύ σε ένα μήνα. Τελευταίο γράφτηκε το Εγώ μεγάλωνα για σένα, ενώ προσθέσαμε και δύο πολύ παλιότερα τραγούδια, το Ας βρέχει και το Έτσι είναι αυτά. Το Έτσι είναι αυτά είναι το πρώτο τραγούδι που έγραψαν ο Θέμης και ο Γεράσιμος το 2004 χωρίς καν να είναι φίλοι. Θεωρήσαμε ότι επειδή αυτός ο δίσκος μάς ξαναέδεσε καλλιτεχνικά, σα να ξαναγνωριστήκαμε, τιμής ένεκεν το Έτσι είναι αυτά έπρεπε να έχει μια θέση στο δίσκο. Αβίαστα επίσης διαλέξαμε και τον τίτλο. Για πρώτη μας φορά, ξέραμε από την πρώτη στιγμή ποιος θα ήταν ο τίτλος. Όλες τις προηγούμενες φορές φτάναμε το κόβεται το cd, να πηγαίνει στην εκτύπωση κι εμείς ακόμα να μην έχουμε αποφασίσει τίτλο. Οι Μέρες του φωτός ξέραμε απ’ την αρχή ότι θα λέγονται έτσι. Όσο περνάει ο καιρός, συνειδητοποιώ ότι ήταν μια ενδόμυχη ευχή. Σα να λέμε, θα πετάξουμε μια ευχή και θα λυτρωθεί η καθημερινότητά μας.
Θα έρθουν πράγματι μέρες του φωτός ή θα μείνουν μία ανεκπλήρωτη ευχή;
Θα έρθουν. Κι αυτό, γιατί η ζωή από μόνη της είναι αισιόδοξη. Γιατί ξέρεις ότι όλα τα κακά κάποια στιγμή θα τελειώσουν, η ίδια η ζωή το οδηγεί αυτό. Κι αυτός ο κύκλος είναι σαν αυτό που λέει ο λαός μας: «θα περάσει»˙ και είναι αλήθεια, θα περάσει. Όλα περνάνε. Είναι πολύ λίγα πράγματα που δεν μπορείς να περάσεις από μέσα τους. Οπότε, θεωρώ ότι από μόνη της η ιστορία, μετά από σκληρούς πολέμους και φρικτές δυστυχίες, επιβεβαιώνει ότι ήρθαν καλύτερες μέρες για τους ανθρώπους.
Πως φαντάζεσαι αυτές τις μέρες;
Οι καλύτερες μέρες ανήκουν σε ανθρώπους που δεν είναι ίδιοι αλλά έχουν ίσες ευκαιρίες απέναντι στη ζωή. Αν όλοι μπορέσουμε να ‘χουμε όσο το δυνατόν πιο ίσες ευκαιρίες στην πρόοδο, τότε θα έχουν ήδη έρθει οι καλύτερες μέρες. Αυτό θα σημαίνει ότι θα είμαστε πιο έτοιμοι να μας συμβούν τα καλύτερα πράγματα, να γίνουμε καλύτεροι. Πιστεύω στις ιδέες που μας κρατούν και δίνουν νόημα στη ζωή μας, στις ιδέες που φτιάχνουμε κάθε μέρα. Στην ιδεολογία μας που δε χτίζεται από την τηλεόραση όπου θα δεις στα παράθυρα τέσσερεις πολιτικούς για να πας να ψηφίσεις ένα κόμμα. Το να είσαι ελεύθερος σημαίνει να έχεις απαλλαγεί από τον φθόνο, από το κυνήγι να κερδίσεις περισσότερα, γιατί έχεις καταλάβει ότι όλοι εργαζόμαστε για έναν κοινό σκοπό, για να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Αυτό από μόνο του σε εξισορροπεί. Είμαστε ακόμα μακριά, θ’ αργήσει πάρα πολύ να φτάσει η παιδεία μας σε τέτοιο επίπεδο, όμως θεωρώ ότι είναι ρεαλιστικό. Τα πράγματα θα φτάσουν τόσο χαμηλά και θα έχουμε τόσα προβλήματα που δε θα μπορούμε πια να ψάχνουμε αφορμές για να υπερισχύουμε των άλλων. Δε θα υπάρχει άλλος δρόμος.
Η δική σου γενιά έχει χαρακτηριστικά τέτοια που να την αναδείξουν πρωταγωνιστή σε μία τέτοια δύσκολη διαδικασία;
Είναι μια γενιά η οποία έχει μία αντιληπτικότητα καλύτερη σε σχέση με δύο γενιές πιο πριν, επειδή έχει ζοριστεί περισσότερο. Επειδή είμαστε παιδιά που μεγαλώσαμε με πολλές ανέσεις, θεωρώντας κάποια πράγματα δεδομένα, ξαφνικά βρεθήκαμε να μην έχουμε τίποτα. Όταν πια ήρθε η ώρα να εργαστούμε, διαπιστώσαμε ότι όλες οι σπουδές, τα μεταπτυχιακά, εφόδια που με άνεση απέκτησε ένα μεγάλο ποσοστό της γενιάς μου, δεν είχαν καμία αξία. Αυτομάτως τούτη η κατάσταση μας έβαλε σε μία διαδικασία να αναρωτηθούμε τι ήταν αυτό που άξιζε τελικά. Οι γνώσεις που αποκτήσαμε ήταν πραγματικές ή στείρες πληροφορίες; Σε τι μας χρησίμευσαν; Αυτό που θα σε κάνει ευτυχισμένο δε βρίσκεται στο ακριβό αυτοκίνητο, στο club, στις διακοπές στη Μύκονο και στη μεζονέτα στην Κηφισιά. Βεβαίως, μια χαρά είναι όλ’ αυτά˙ έγιναν όμως ο μοναδικός στόχος της ζωής μας. Μια γενιά που τη μεγάλωσαν με το όραμα της άνετης ζωής τελικά δε βρίσκει καν δουλειά.
Μου περιγράφεις μία γενιά υπό καθεστώς ισχυρού σοκ. Αρκεί αυτή η συνειδητοποίηση για να μετατραπεί σε δράση και να μη γίνει κατάθλιψη;
Πριν τη δράση έρχεται η κατάθλιψη. Η κατάθλιψη είναι μία φάση που οι άνθρωποι περνούν όταν συνειδητοποιούν την πραγματικότητα. Έτσι κι αλλιώς, από μόνη της η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή. Πιστεύω ότι κάθε συνειδητοποιημένος άνθρωπος δεν είναι αυτό που λέμε ευτυχής. Και αυτό είναι κάτι που ο καθένας το διαχειρίζεται όπως θέλει και όπως μπορεί. Άλλος το κάνει δράση και βάζει όλη του τη δύναμη κι όλο του το κουράγιο για να ανατρέψει καταστάσεις. Παλεύει, αγωνίζεται, πέφτει και σηκώνεται ξανά. Άλλος κάθεται σπίτι του, κλαίει και πονάει. Άλλος κάνει παιδιά για να νιώσει ότι είναι πιο ισχυρός απέναντι στη ζωή, ότι δεν είναι φθαρτός. Τώρα, αν η γενιά μου αυτό θα το χειριστεί σε συλλογικό επίπεδο παράγοντας δράση, αυτό δεν το ξέρω. Σίγουρα δεν είμαστε έτοιμοι για τις μεγάλες ανατροπές. Όμως προσωπικά πάντα στόχευα και εξακολουθώ να στοχεύω στο ανώτερο˙ στοχεύω στο 10 για να πετύχω το 2. Σκέφτομαι, ζω, αγωνίζομαι στο τώρα, έχοντας όμως πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου πως όσο πιο πολύ αγωνίζομαι γι’ αυτό το τώρα, τόσο πιο γρήγορα θα έρθει και το μακρινό.
Η αγωνιστικότητά σου φάνηκε και στις πρόσφατη αναφορά σου στο twitter με αφορμή το περιβόητο «εγέρθητι» της Χρυσής Αυγής.
Τελείως αυθόρμητα, δίχως να σκεφτώ ότι είμαι τραγουδίστρια και αύριο θα είμαι είδηση ακόμα και στα πρωινάδικα - για να είμαι ειλικρινής, φανταζόμουν ότι αγνοούν και την ύπαρξή μου - έγραψα αυτό που ένιωθα. Γι’ αυτό και δε μπήκα στη διαδικασία να το εξηγήσω˙ γιατί πίστευα ότι σε αυτούς που απευθυνόμουν ήταν σαφές αυτό που ήθελα να πω. Ξέρεις, οι περισσότεροι νόμισαν ότι αναφερόμουν στο βιολογικό θάνατο, και αυτό με αιφνιδίασε. Άλλωστε, κάτι τέτοιο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα αντιφασιστικά μου ιδεώδη. Κι έγινε όλος αυτός ο κακός χαμός.
Είσαι ένα αναγνωρίσιμο πρόσωπο και ήταν μάλλον λογικό να πάρει τέτοια έκταση.
Αυτό εγώ δεν μπορώ να το καταλάβω. Στο λέω ειλικρινά˙ μου λένε «τώρα που έχεις γίνει διάσημη» και μου φαίνεται κάτι τόσο μακρινό και ξένο. Εγώ μέσα απ’ όλη αυτή τη διαδικασία συνειδητοποίησα ότι δε θα αφήσω την ιδιότητά μου ως τραγουδίστρια να ισοπεδώσει την ιδιότητά μου ως άνθρωπο. Δε θα αφήσω την Μποφίλιου να ισοπεδώσει τη Νατάσσα. Η Νατάσσα έτσι νιώθει, έτσι εκφράζεται, αυτές τις καταβολές έχει, αυτό το χαρακτήρα και αυτά τα πιστεύω. Επίσης, νόμιζα ότι ζω σε μία κοινωνία όπου μπορείς να λες την άποψή σου ελεύθερα χωρίς να σου επιτίθενται με τον πιο χυδαίο τρόπο. Μα ο φασισμός καλλιεργείται συστηματικά μέσα στην ίδια την καθημερινότητα. Και δεν είναι η οικονομική κρίση που προωθεί τέτοια φαινόμενα, είναι η κρίση αξιών. Η αξία σε κάνει φασίστα, όχι η έλλειψη χρημάτων. Αυτά είναι πράγματα που τα θεωρώ πολύ βασικά. Πάντως, αν νιώσω ξανά κάποια στιγμή ότι θέλω να πω κάτι, θα το πω όπως ακριβώς το νιώθω.
Να γυρίσουμε ξανά στο δίσκο. Παρατηρεί κανείς από άποψη θεματολογίας, ότι τα τραγούδια επιχειρούν μια ενδοσκόπηση, μια βουτιά στο μέσα. Η Δεμένη, ο Μονόλογος, Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει…
… και το Δωμάτιο, ένα τραγούδι που λατρεύω. Και ακριβώς ο τρόπος που είναι γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο, πολύ έξυπνα από τον Γεράσιμο, σε τοποθετεί σε μία απόσταση και βλέπεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Η δική μας γενιά μεγάλωσε μέσα στο δωμάτιό της με τα βιβλία και τα cd της, μιας δεν έπαιξε ποτέ σε αυλές. Φτάσαμε 30 χρονών ζώντας ακόμα στο παιδικό μας δωμάτιο με τα βιβλία και τα cd που κάποιος άλλος τα πληρώνει αλλά δε μας αφήνει να βγούμε στο φως. Έτσι και ο ήρωας του συγκεκριμένου τραγουδιού έχει ανάγκη να ξεφύγει, νιώθει να τον πλακώνει όλο αυτό το πράμα και κάνει ένα ταξίδι «αστρικό», σπάει την οροφή «και τον έστειλε στα σύννεφα καρφί». Και σε άλλα τραγούδια υπάρχουν χαρακτήρες που το παλεύουν. Ας πούμε, στη Δεμένη παραδίνεσαι στον επόμενο. Φεύγεις από τον πατέρα και τη μητέρα σου και έρχεται η σχέση για να παραδοθείς σ’ αυτήν. «Μια στο βοσκό, μια στο μαντρί και μια στο λύκο».
Εσύ που ανήκεις; Στο βοσκό, στο μαντρί ή στο λύκο;
Έχω υπάρξει κτήμα και του βοσκού, και στο μαντρί και στο λύκο. Αλλά είναι έτσι ο χαρακτήρας μου και η φύση μου που ακόμα και όταν ήμουν σε ένα απ’ τα τρία, πάντα το αμφισβητούσα. Διεκδικούσα την ελευθερία μου, πολλές φορές με λάθος τρόπο και φυσικά με λάθος αποτέλεσμα. Τώρα πια, στα 29 μου χρόνια νομίζω ότι είμαι πιο ελεύθερη από ποτέ. Συνειδητοποίησα ότι τελικά και ο βοσκός, και το μαντρί και ο λύκος είναι μόνο στο μυαλό σου και στα όρια που βάζεις εσύ σε σένα. Τα υπόλοιπα είναι ένα άλλοθι. Οι άλλοι είναι πάντα το πιο ισχυρό άλλοθι. Προφανώς, κάτι κι εγώ κάλυπτα με το να ανήκω κάπου. Τώρα αισθάνομαι ότι ανήκω στον εαυτό μου περισσότερο από ποτέ. Δεν ξέρω, μπορεί και να κάνω λάθος, μπορεί να είναι μια ψευδαίσθηση. Αλλά αυτή μου η αίσθηση ή η ψευδαίσθηση με έχει κάνει πιο σίγουρη και πιο ευτυχή. Και αυτό δεν έχει να κάνει με την επαγγελματική μου καταξίωση.
Έχεις δώσει πολλές συνεντεύξεις. Αλήθεια, υπάρχει κάποια ερώτηση που θα περίμενες αλλά δε σου έχει κάνει ποτέ κανείς;
Να μια ωραία ερώτηση! Κάτι γενικό που μου έρχεται στο μυαλό είναι ότι δε με ρωτούν για την προσωπική μου ζωή. Αυτό το βρίσκω πολύ θετικό, γιατί κατάφερα να χρειάζεται να απαντώ σε πράγματα πιο σημαντικά από την προσωπική μου ζωή. Απ’ την άλλη, αυτό υποδηλώνει έναν σεβασμό. Δεν έχω αισθανθεί ούτε από το κοινό, ούτε από τους ανθρώπους που μου έχουν πάρει συνεντεύξεις ότι κάποιος προσπαθεί να επέμβει σε τομείς που θεωρώ απόλυτα προσωπικούς. Κι αυτό είναι μια μικρή νίκη μου.
Πάντως, πράγματι υπάρχει μία ερώτηση που θα περίμενα να μου έχουν κάνει και δεν μου έχει γίνει ποτέ. Θα μου επιτρέψεις όμως να μη σου την πω. Αν ποτέ μου την κάνουν, θα αναγκαστώ να πω ψέματα.
----------------------------------
Δεμένη (σε μουσική Θέμη Καραμουρατίδη και στίχους Γεράσιμου Ευαγγελάτου, από τις Μέρες του φωτός)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου