Πέμπτη 24 Ιουλίου 2008

“… οι τρελοί μείναμε λίγοι κι ο Σκαρίμπας έχει φύγει”



.
Ο Τάσος Γκρους ανήκει στην κατηγορία των συνθετών που, αν και στο ενεργητικό του έχει τραγούδια που έγιναν επιτυχίες, το όνομά του παραμένει άγνωστο στο ευρύ κοινό. Ο κύριος λόγος που συμβαίνει αυτό, είναι γιατί τα τραγούδια του (καθώς και πολλών άλλων συνθετών), έγιναν γνωστά μέσα από προσωπικούς δίσκους ερμηνευτών που συνήθως αποτελούν ανθολογία τραγουδιών από διαφορετικούς δημιουργούς, με αποτέλεσμα στη συνείδηση του κόσμου να καταγράφεται ότι τα τραγούδια ανήκουν στον ερμηνευτή και όχι στους δημιουργούς τους. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει (ακόμα κι από ραδιοφωνικούς παραγωγούς) να αναφέρεται το «Δε θα ξαναγαπήσω» του Καζαντζίδη (ενώ είναι του Λοΐζου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου) ή ο «Υδροχόος» και το «Απόψε σιωπηλοί» του Παπάζογλου (ενώ είναι – φυσικά – και τα δύο με τη μουσική της Βάσως Αλλαγιάννη). Σε αυτή την κατηγορία των "αφανών" συνθετών βρίσκεται και ο Τάσος Γκρους, έχοντας στο ενεργητικό του λαϊκά τραγούδια που έγιναν πολύ γνωστά στο κοινό, ενώ ο ίδιος παρέμεινε στη σκιά των ερμηνευτών που τα τραγούδησαν.

Το πιο γνωστό τραγούδι που έχει συνθέσει ο Τάσος Γκρους, είναι η «Χαλκίδα», σε στίχους του Ηλία Κατσούλη. Το τραγούδι έγινε μεγάλη επιτυχία το 1992, όταν το τραγούδησε ο Μανώλης Λιδάκης στο προσωπικό του δίσκο με τίτλο «Καράβι απόψε το φιλί». Στην πραγματικότητα, αυτή είναι η δεύτερη εκτέλεση του τραγουδιού. Την πρώτη τη συναντάμε ένα χρόνο πριν, το 1991 στον δίσκο «Λέξεις μυστικές», τον δεύτερο προσωπικό δίσκο του Τάσου Γκρου που περιελάμβανε 10 λαϊκά τραγούδια σε στίχους του Ηλία Κατσούλη, Βαγγέλη Κάσσου, Μπέττυς Κομνηνού και Ηλία Τσέχου. Ερμηνευτής ήταν ο Κωνσταντίνος Χατζημιχάλης και ο δίσκος εκδόθηκε στον Σείριο του Μάνου Χατζιδάκι. Σε παλιότερη συνέντευξή του, ο Τάσος Γκρους είχε αναφέρει για τις «Λέξεις μυστικές»: “Είναι ένας δίσκος που περιέχει τόσο το λαϊκό όσο και το λυρικό στοιχείο. Το σημαντικό για εμένα ήταν ότι αυτά τα τραγούδια τα αγκάλιασε ο Μάνος Χατζιδάκις και τα εξέδωσε στον Σείριο. Επίσης, ότι για δυο-τρία από αυτά, έλεγε πως θα ήθελε να τα είχε γράψει εκείνος, τόσο πολύ του άρεσαν”.


Η πρώτη αυτή εκτέλεση της «Χαλκίδας» δεν ευτύχησε να έχει την επιτυχία που σημείωσε η επανεκτέλεση με τον Μανώλη Λιδάκη. Ο Κωνσταντίνος Χατζημιχάλης ερμηνεύει το τραγούδι με τρόπο λιτό, όπως θα το τραγουδούσε μια παρέα σε κάποια παραλία απέναντι απ’ τον πορθμό του Ευρίπου, αντικρίζοντας τα φώτα της Χαλκίδας και το φωτισμένο φρούριο της Κανήθου. Αν και ο ρυθμός του τραγουδιού είναι το τσιφτετέλι, ο Χατζημιχάλης επιμένει σε μια ερμηνεία μελαγχολική και περισσότερο εσωστρεφή, απόλυτα ταιριαστή με τους στίχους του Ηλία Κατσούλη:

Χάνομαι χωρίς ελπίδα, μέρα νύχτα στη Χαλκίδα
Στο δικό σου το περίπου και στα ρεύματα του Ευρίπου.

Η ψυχή μου θα σαλπάρει, στα νερά τα σκοτεινά
Η παλίρροια θα με πάρει και δε θα με δεις ξανά.

Περπατώ στην παραλία, γίνομαι του κόσμου λεία
Ναυαγός χωρίς σανίδα, ούτ’ απόψε δε σε είδα.

Ξέρω πως δεν έχω ελπίδα, εδώ πέρα στη Χαλκίδα
Οι τρελοί μείναμε λίγοι κι ο Σκαρίμπας έχει φύγει.

Ο Ηλίας Κατσούλης πλέκει με δεξιοτεχνία ένα παιχνίδι ανάμεσα στο φαινομένο των υδάτων της γέφυρας του Ευρίπου και την εσωτερική του διάθεση. Όπως τα νερά αλλάζουν κατεύθυνση ανά έξι ώρες (με ενδιάμεσα μία ώρα στασιμότητας, φαινόμενο μοναδικό που συναντάμε μόνο στον πορθμό του Ευρίπου), έτσι και σε αυτό το ερωτικό τραγούδι, το “δικό σου το περίπου” μοιάζει να ακολουθεί να νερά της Χαλκίδας στην άστατη και αλλοπρόσαλλη κίνησή τους. Ο Τάσος Γκρους ντύνει τους στίχους του Κατσούλη με ρυθμό λαϊκό, που όμως καταφέρνει να αναδείξει τόσο την μελαγχολία των ερωτικών στίχων, όσο και την ποιητική διάθεση του στιχουργού, με αποκορύφωμα την αναφορά στον Γιάννη Σκαρίμπα.

Η «Χαλκίδα» είναι ένα τραγούδι από εκείνα που συνδυάζουν τον λαϊκό ρυθμό με έναν λόγο βαθιά ποιητικό. Σε αυτή την πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού, η ενορχήστρωση είναι λιτή και ουσιαστική: η κλασική κιθάρα, το ούτι και το μαντολίνο, το ακορντεόν και τα ανατολίτικα κρουστά, φτιάχνουν ένα χαμηλών τόνων μουσικό τοπίο που γίνεται πρόσφορο έδαφος για να “ανθίσει” ο στίχος. Το τραγούδι έγινε γνωστό με την επανακτέλεσή του και τη φωνή του Μανώλη Λιδάκη (μια εκδοχή πιο “εξωστρεφής” από εκείνη του Κωνσταντίνου Χατζημιχάλη, που όμως κράτησε τα βασικά συστατικά του τραγουδιού χωρίς να αλλοιώσει το αρχικό του ύφος, με τον Λιδάκη σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες του). Όμως, η πρώτη εκτέλεση που βρίσκουμε στις «Λέξεις μυστικές», θεωρώ πως αποτυπώνει με ακρίβεια στο σύνολό της την αισθητική του τραγουδιού και φωτίζει τόσο τον λαϊκό χαρακτήρα του, όσο και τον ποιητικό λόγο του Ηλία Κατσούλη. Ο Τάσος Γκρους γνωρίζει την τέχνη τού πως φτιάχνεται ένα γνήσιο λαϊκό τραγούδι. Η «Χαλκίδα» είναι σίγουρα το καλύτερο παράδειγμα.

Η Χαλκίδα σε παλιά φωτογραφία


.
.

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

“Τα πιο ωραία παραμύθια απ’ όσα μου ‘χεις διηγηθεί…”

.
Το 1998, κυκλοφόρησε ένας δίσκος – αφιέρωμα στον Διονύση Σαββόπουλο με τον γενικό τίτλο «Τραγούδια έγραψα για φίλους». Στο δίσκο αυτό συναντήθηκαν ερμηνευτές και τραγουδοποιοί της νεότερης γενιάς αλλά και κάποιοι της γενιάς του Σαββόπουλου και διασκεύασαν ο καθένας κι από ένα τραγούδι, από το «Φορτηγό» μέχρι και τα «Τραπεζάκι έξω». Δώδεκα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Σαββόπουλου όπως η «Θαλασσογραφία» και η «Δημοσθένους λέξις», αλλά και λιγότερο δημοφιλή όπως «Η θανάσιμη μοναξιά του Αλέξη Ασλάνη», διασκευάζονται από μουσικούς (κυρίως από τον Νίκο Αντύπα και τον Κλέωνα Αντωνίου) και ερμηνεύονται από εκπροσώπους του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού, μεταξύ αυτών ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, η Δήμητρα Γαλάνη, η Χάρις Αλεξίου, οι Active Member και άλλοι.


Την αμέσως επόμενη χρονιά, εκδόθηκε ένα single με δύο ακόμα τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου, σαν συμπλήρωμα της αρχικής έκδοσης του tribute. Μέσα σ’ αυτό το single, το οποίο κυκλοφόρησε για μικρό χρονικό διάστημα, ο Χάρης Κατσιμίχας τραγούδησε για «Τα παιδιά που χάθηκαν», ένα παλιό τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου που ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά στο «Περιβόλι του τρελού», τον Οκτώβριο του 1969. Δίπλα στον Χάρη ο αδερφός του, Πάνος, να τον συνοδεύει στα φωνητικά και με την γνώριμη πλέον φυσαρμόνικα να επεμβαίνει στο τραγούδι διακριτικά. Ο Κώστας Χατζόπουλος με μια 12χορδη ακουστική ακολουθεί τους “δρόμους” της νεοκυματικής κιθάρας του Σαββόπουλου και με ευρηματικούς δακτυλισμούς συνοδεύει τον Χάρη Κατσιμίχα, αφήνοντας χώρο στη φωνή να αναπνεύσει και να αφηγηθεί τα παραμύθια για “τα παιδιά που χάθηκαν στο στοιχειωμένο δάσος…”.

Τα πιο ωραία παραμύθια απ' όσα μου 'χεις διηγηθεί
αχ είν' εκείνα που μιλούσαν για τα παιδιά που 'χουν χαθεί.
Για τα παιδιά που χάθηκαν στο στοιχειωμένο δάσος
στις λίμνες στο βορρά
για τα παιδιά που χάθηκαν στου δράκου το πηγάδι
στης στρίγκλας τη σπηλιά.

Σε συμμορίες με ζητιάνους, σε αχυρώνες και σ' αυλές
και σε καράβια του πελάγους με λαθρεμπόρους πειρατές.
Για τα παιδιά που τα 'συραν στης Αφρικής τις αγορές
εμπόροι και ληστές
και φοβισμένα κι ορφανά στη Σμύρνη και στη Βενετιά
τα πιάσαν οι φρουρές.

Ψωμί ζητήσαν του φουρνάρη, λίγο νερό του καφετζή
τα διώχνει ο πρώτος μ' ένα φτυάρι κι ο άλλος λύνει το σκυλί.

Στις λυπημένες πολιτείες πέφτει μια κίτρινη βροχή
στο σώμα μου έχω ανατριχίλες και το 'να δόντι μου πονεί.
Το γράμμα σου δέκα σελίδες, πάλι η ίδια συμβουλή
μου λες στο σπίτι να γυρίσω, μου λες ν' αλλάξω πια ζωή.

Ομίχλη πέφτει στις σκεπές, φεύγουν οι φάτσες σαν σκιές
και τρέμει το κερί
φωτιές ανάβουν στις ακτές, μέσα στ' αυτιά μου ακούω στριγκλιές
και τρέμω σαν πουλί.

Ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας δεν έκαναν καμία ιδιαίτερη διασκευή στο κομμάτι του Σαββόπουλου. Αρκέστηκαν απλά στο να το τραγουδήσουν, και αυτό μπορεί καμιά φορά να είναι πιο δύσκολο από το να “πειραχτεί” ένα τραγούδι τριάντα χρόνια μετά από την πρώτη του ηχογράφηση. Με ηχοχρώματα που θυμίζουν μπαλάντες του Bob Dylan και με καθαρό, σχεδόν κρυστάλλινο ήχο, σου δημιουργείται η εντύπωση ότι ο Χάρης Κατσιμίχας ερμηνεύει ολόκληρο το τραγούδι με κλειστά μάτια, σαν προσευχή ή (ακόμα καλύτερα) σα να προσπαθεί να μεταφέρει εικόνες από ένα δικό του όνειρο που είδε την προηγούμενη νύχτα: τα χαμένα παιδιά στο στοιχειωμένο δάσος, τις φιγούρες του φούρναρη και του καφετζή, το πηγάδι του δράκου και η σπηλιά της στρίγκλας, τις λίμνες του βορρά και τις συμμορίες των ζητιάνων! Ένα παραμύθι για μεγάλα παιδιά, πλασμένο από τον μεγαλύτερο παραμυθά του ελληνικού τραγουδιού και ερμηνευμένο από δύο αδέρφια που ξεχνούν την ηλικία τους, κάθονται κατάχαμα και αρχίζουν να τραγουδούν με μάτια κλειστά, σφυρίζοντας στα σημεία που πριν από πολλά χρόνια ο Σαββόπουλος έπαιζε φλογέρα και πατώντας προσεκτικά σε αχυρώνες και σ’ αυλές του ίδιου παραμυθιού, του ίδιου ονείρου.

Η ερμηνεία του Χάρη & Πάνου Κατσιμίχα δεν έρχεται για να συγκριθεί ή να αντικαταστήσει την πρώτη εκτέλεση του Διονύση Σαββόπουλου. Οι Κατσιμίχα περνούν μέσα από το προσωπικό τους “φίλτρο” το τραγούδι και με την ερμηνεία τους το φωτίζουν ξανά, θυμίζοντας τον παλιό τους εαυτό των «Ζεστών ποτών», ακριβώς στη μέση των 30 χρόνων που χωρίζει τις δύο εκτελέσεις των «Παιδιών που χάθηκαν». Από το 1969 και την πρώτη εκτέλεση, μέχρι το 1999, μοιάζει να έχουν συμβεί τόσα πολλά και τίποτα μαζί! Τα παιδιά εξακολουθούν να φοβούνται το σκοτάδι και η ίδια κίτρινη βροχή πέφτει πάντα στις λυπημένες πολιτείες. Το γράμμα σου εξακολουθεί να είναι δέκα σελίδες και η συμβουλή σου πάντα η ίδια: “μου λες στο σπίτι να γυρίσω, μου λες ν’ αλλάξω πια ζωή”. Και το πιο σημαντικό: τα μεγάλα τραγούδια παραμένουν πάντα ΜΕΓΑΛΑ όσα χρόνια κι αν περάσουν, και τα παιδιά (εμείς δηλαδή) θα χάνονται πάντα στα παραμύθια όσο υπάρχουν ερμηνείες σαν αυτή του Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα να μας θυμίζουν τέτοιες ακριβές στιγμές του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού.
.
.

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008

“Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας τη σκέψη…”

.
Η Αλέκα Κανελλίδου αποτελεί σίγουρα μια ιδιαίτερη περίπτωση στο ελληνικό τραγούδι. Η βραχνή τζαζ φωνή της σε συνδυασμό με την χαμηλών τόνων παρουσία της, την καθιστούν σαν μια από τις πιο ιδιαίτερες ερμηνεύτριες του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού. Στο ρεπερτόριό της συναντάει κανείς ελαφρά τραγούδια του Σπανού και του Κατσαρού της δεκαετίας του ’70, διασκευές γνωστών τζαζ κομματιών και βεβαίως, τραγούδια που έγιναν επιτυχίες όπως τα «Δίδυμα φεγγάρια» και το «Άσε με να φύγω». Υπάρχει όμως μια δισκογραφική δουλειά που δεν έτυχε της προσοχή που της άξιζε, τόσο στην εποχή που εκδόθηκε, όσο και στα χρόνια που ακολούθησαν.

Το 1986, κυκλοφορεί ο δίσκος «Σαπφώ» σε μουσική του Σπύρου Βλασσόπουλου, που περιελάμβανε μελοποιήσεις 12 ποιημάτων της Σαπφώς σε μετάφραση του Σωτήρη Κακίση (η παραγωγή του δίσκου ήταν του Διονύση Σαββόπουλου, κάτι που δεν αναφέρεται ούτε στην πρώτη έκδοση του lp, ούτε στην επανέκδοση του cd!). Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η Αλέκα Κανελλίδου είχε ερμηνεύσει στην καριέρα της σχεδόν αποκλειστικά ερωτικά τραγούδια και είχε δοκιμαστεί σε ένα είδος τραγουδιού που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς ως συνέχεια του “ελαφρού” τραγουδιού του ’30 και ’40. Με τη «Σαπφώ» δεν αλλάζει ρότα: παραμένει πιστή στο ερωτικό τραγούδι, με τη διαφορά πως ξεφεύγει πλέον από την φόρμα του ελαφρού ερωτικού τραγουδιού και με τη φωνή της ακουμπά την ποιητική γραφή της Σαπφώς αποκαλύπτοντάς μας έναν ερμηνευτικό πλούτο που μέχρι εκείνη τη στιγμή έμενε κρυμμένος πίσω από εύκολες μελωδίες και στίχους. Η Αλέκα Κανελλίδου με τη «Σαπφώ» επιχειρεί να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, ερμηνεύοντας 12 μεταφρασμένα ποιήματα που το καθένα ξεχωριστά αλλά και όλα μαζί ολοκληρώνουν έναν δίσκο από τους καλύτερους (αν όχι τον καλύτερο) της καριέρας της.

Οι μεταφράσεις των ποιημάτων της Σαπφώς είναι το πρώτο και καθοριστικό στοιχείο της ταυτότητας του δίσκου. Ο ποιητής Σωτήρης Κακίσης ακουμπά το λόγο της Σαπφώς με ευαισθησία και γνώση. Επιλέγει με προσοχή τους στίχους και πραγματοποιεί μια εξαιρετική εργασία (όλες οι μεταφράσεις εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 1978 στον Κέδρο) αφήνοντας ελεύθερο τον ποιητικό λόγο της Σαπφώς, προσαρμόζοντάς τον σε μια σύγχρονη γλώσσα που κρατά ζωντανή την φρεσκάδα του πρωτότυπου. Οι μεταφράσεις του εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τον τελικό στόχο: να γίνουν Τραγούδι! Ο Κακίσης έχοντας στραμμένο το βλέμμα στη ρίζα του τραγουδιού, σ’ εκείνο το τραγούδι που “μας αποκαλύπτει” όπως έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις (ο οποίος μάλιστα είχε ξεκινήσει να μελοποιεί κάποιες από τις μεταφράσεις του Σωτήρη Κακίση στη Σαπφώ, έργο που προοριζόταν για την Φλέρυ Νταντωνάκη και τελικά δεν ολοκληρώθηκε!), μεταμορφώνει τους στίχους της Σαπφώς σε σύγχρονα ερωτικά τραγούδια που σέβονται το πρωτότυπο κείμενο και παράλληλα μεταφέρουν αυτούσιο το πνεύμα της δημιουργού στο σήμερα.

Ατθίδα

Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας τη σκέψη
σαν άνεμος που σε βουνό βελανιδιές λυγάει.
Ήρθες, καλά που έκανες, που τόσο σε ζητούσα
δρόσισες την ψυχούλα μου, που έκαιγε ο πόθος.
Κι από το γάλα πιο λευκή
απ' το νερό πιο δροσερή
κι από το πέπλο το λεπτό πιο απαλή.
Από το ρόδο πιο αγνή
απ' το χρυσάφι πιο ακριβή
κι από τη λύρα πιο γλυκιά, πιο μουσική.

Πάει καιρός που κάποτε σ' αγάπησα, Ατθίδα
μα τότε μου 'μοιαζες μικρό κι αθώο κοριτσάκι.
Συ που μαγεύεις τους θνητούς, παιδί της Αφροδίτης
απ' όλα το καλύτερο εσύ ’σαι το αστέρι.

Με ένα τέτοιο πλούσιο υλικό στα χέρια του, ο Σπύρος Βλασσόπουλος ντύνει τους στίχους με μελωδίες απόλυτα ισορροπημένες και ταιριαστές στα κείμενα. Οι μελοποιήσεις του Βλασσόπουλου “κουμπώνουν” άριστα με τις μεταφράσεις του Κακίση, δίχως φλυαρίες και δήθεν “πρωτοποριακές” ακροβασίες, έχοντας σαν γνώμονα απ’ τη μια μεριά τον λόγο της Σαπφώς και από την άλλη την ιδιαίτερη ταυτότητα της φωνής της Κανελλίδου. Στο σύνολό τους, οι μπαλάντες αυτές αποτελούν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον ακροατή να απολαύσει έναν κύκλο τραγουδιών που ο ήχος τους μπορεί μεν να μην είναι “καινούργιος” και “πρωτότυπος”, αντιμετωπίζει όμως με σοβαρότητα και ιδιαίτερη αισθητική την ποίηση της Σαπφώς. Μεγάλο ρόλο παίζουν και οι ενορχηστρώσεις των τραγουδιών, που με τη χρήση φυσικών οργάνων (φλάουτο, άρπα, τσέλο και την κιθάρα σε πρωταγωνιστικό ρόλο) το συνολικό αποτέλεσμα αφήνει μια γλυκιά αίσθηση στον ακροατή και την ανάγκη να ανατρέξει ξανά και ξανά στα τραγούδια του δίσκου.

Ο δίσκος «Σαπφώ» δεν έτυχε της ανταπόκρισης που κατά τη γνώμη μου άξιζε στην εποχή του. Δε γνωρίζω αν ο δίσκος κυκλοφορεί ακόμα στο εμπόριο, αξίζει όμως να τον αναζητήσει κανείς, για να ακούσει ένα ολοκληρωμένο αποτέλεσμα από δύο δημιουργούς (ένα μουσικό και έναν ποιητή) και μια ερμηνεύτρια στην καλύτερη στιγμή της καριέρας της, να μεταφέρουν με τέχνη και ευαισθησία την ερωτική ποίηση της Σαπφώς στο σήμερα.

Από την ηχογράφηση του δίσκου (1986).
(η φωτογραφία είναι από το προσωπικό αρχείο του Σωτήρη Κακίση)



Σημειώσεις:

1. Ο Διονύσης Σαββόπουλος στο 9ο επεισόδιο της τηλεοπτικής εκπομπής «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι», είχε καλεσμένους τον Σπύρο Βλασσόπουλο και την Αλέκα Κανελλίδου και ερμήνευσαν ορισμένα από τα τραγούδια του δίσκου που είχε μόλις κυκλοφορήσει. Στο ίδιο επεισόδιο, ο Σωτήρης Κακίσης διαβάζει μια μετάφρασή του από το ποίημα «Ανακτόρια» της Σαπφώς (το επεισόδιο της εκπομπής βρίσκεται εδώ στο site της ΕΡΤ, πληκτρολογώντας το όνομα της Κανελλίδου).

2. Οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κο Σωτήρη Κακίση για το φωτογραφικό υλικό, τις πληροφορίες και τις παρατηρήσεις του σχετικά με τον δίσκο. Δίχως την δική του παρέμβαση, το κείμενο θα ήταν σίγουρα ελλιπές.
.
.