Την πρώτη απόπειρα του Μάνου Χατζιδάκι να μελοποιήσει ποιητικό κείμενο, την συναντάμε το 1945 στο ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου «Μπολιβάρ». Ο 20χρονος Μάνος Χατζιδάκις καταπιάνεται με την μελοποίηση του ποιήματος του Εγγονόπουλου και τραγουδάει “μαζί” του: «Μπολιβάρ, είσαι ωραίος σαν Έλληνας», αφήνοντας ανολοκλήρωτη τη μελοποίηση αυτού υπέροχου ποιήματος, απόσπασμα του οποίου θα ηχογραφήσει πολλά χρόνια μετά, το 1983, με τον Βασίλη Λέκκα σε δίσκο 45 στροφών. Η σπάνια αυτή εκτέλεση του 1983 δεν επανεκδόθηκε από τότε. Το 1999 όμως, στο δίσκο «Μάνος Χατζιδάκις 2000 Μ.Χ.», συναντάμε μια ακόμα πιο σπάνια εκτέλεση του ίδιου αποσπάσματος από την μελοποίηση του «Μπολιβάρ», με τον ίδιο τον Χατζιδάκι στο πιάνο να τραγουδάει: «Μπολιβάρ δεν είσαι όνειρο, είσαι η αλήθεια…»
Το 1947, ο Μάνος Χατζιδάκις μελοποιεί δύο ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη από την ποιητική συλλογή του «Παραλογαις». Κάτω από τον τίτλο «Δύο ναυτικά τραγούδια», ο Χατζιδάκις επιχειρεί να ντύσει με μουσική δυο ποιήματα του Σαχτούρη, σε μια περίοδο που τόσο ο ποιητής, όσο και το έργο του, ήταν άγνωστα στο ευρύ κοινό. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις σημειώνει: “Έγραψα τα «Δύο ναυτικά τραγούδια» πολύ νωρίς, το ΄47. Ξεκίνησα με τον Σαχτούρη γιατί βρήκα την ποίηση του - τα ποιήματα αυτά που είχα διαλέξει - να ταιριάζει πάρα πολύ μ’ εκείνο που ήθελα να εκφράσω εκείνο τον καιρό. Η ελλειπτική γραφή του Σαχτούρη μου άφηνε περιθώρια να εισχωρήσω μουσικά ανάμεσα στους στίχους του. Και μ’ άρεσε κι η ιδέα. Αυτά τα «Δύο ναυτικά τραγούδια» μ’ άρεσαν πολύ...”. Τα τραγούδια που έχουν τη μορφή του lied, γραμμένα για πιάνο και αντρική φωνή, ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά με τον Γιώργο Μούτσιο και τον συνθέτη να τον συνοδεύει στο πιάνο, μια σπάνια εκτέλεση σε δίσκο 45 στροφών. Κάποια χρόνια αργότερα, στις 12 Δεκεμβρίου του 1972, ο Χατζιδάκις ηχογραφεί ξανά τα «Δύο ναυτικά τραγούδια» με τον Σπύρο Σακκά.στα κάτασπρα ντυμένος
τρέχει μες στο φεγγάρι.
Κι η κοπέλα απ’ τη γη
με τα κόκκινα μάτια
λέει ένα τραγούδι
για να φτάσει ως το ναύτη.
φτάνει ως το καράβι
φτάνει ως τα κατάρτια
μα δε φτάνει ψηλά στο φεγγάρι!
Ποίηση: Μίλτος Σαχτούρης
Η γνωριμία του Μάνου Χατζιδάκι με τον Νίκο Γκάτσο, υπήρξε σταθμός τόσο για την δημιουργική πορεία του συνθέτη, όσο και για το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι. Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος εργάστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι πάρα πολλές φορές, ολοκληρώνοντας από κοινού κύκλους τραγουδιών μοναδικής αξίας και ιδιαίτερης αισθητικής. Υπάρχει όμως ένας κύκλος τραγουδιών που αποτέλεσε ιδιαίτερη στιγμή στη συνεργασία των δύο φίλων. Στη «Μυθολογία», ο Μάνος Χατζιδάκις μοιάζει να ανακαλύπτει την ουσία του τραγουδιού που θα ήθελε πραγματικά να γράψει, αυτό που αργότερα περιέγραφε λέγοντας: “η τέχνη του τραγουδιού αποτελεί κοινωνικό λειτούργημα, γιατί το τραγούδι μας ενώνει μέσα σ' ένα μύθο κοινό”. Την εποχή που ο Χατζιδάκις αποκτά τεράστια φήμη, κυρίως γράφοντας μουσική για τον ελληνικό κινηματογράφο, η «Μυθολογία» έρχεται να ανατρέψει πολλά δεδομένα σε επίπεδο αισθητικής και να προτείνει ένα καινούργιο άκουσμα γεμάτο εκπλήξεις, σε ένα κοινό μάλλον απροετοίμαστο για κάτι τέτοιο. Αξίζει να δούμε πως περιγράφει ο ίδιος ο Χατζιδάκις τον “απρόοπτο σχηματισμό μιας «Μυθολογίας» δυο χρόνια πριν την δικτατορία”:Μου λέει: «για να τραγουδήσω χρειάζομαι καινούργιους ΜΥΘΟΥΣ».
– Πολύ σωστά, σκέφθηκα.
Και με τον Γκάτσο αρχίσαμε να κατασκευάζουμε μύθους τον έναν μετά τον άλλο, με κοπέλες πού ‘χαναν τα κλειδιά από τη Θήβα, με Ιρλανδούς και Ιουδαίους που ψάχναν στην έρημο για γάμους και χαρά, μ’ ευαίσθητους ληστές στην τελευταία τους στιγμή, μ’ ένα παιδί που σφάζει φίλους κι αδελφούς γιατί ποτέ κανείς δεν του ‘δωσε την σημασία την πρέπουσα, με τον Ορέστη που έγινε πουλί στο δάσος για να ξεφύγει από τη μοίρα του, μ’ ένα παιδί που ‘μοιαζε του Χριστού κι άλλα πολλά.
Κι ο ένας μύθος έμπαινε πάνω στον άλλο κι έγιναν τόσοι πολλοί και τόσοι δυνατοί που τρόμαξε το παιδί, τρόμαξε ο κόσμος, τρόμαξε και η εταιρία που θα έβγαζε τον δίσκο.
Όλοι τρομάξανε εκτός απ’ τον Γκάτσο κι εμένα που εξακολουθήσαμε με περισσότερο πάθος την κατασκευή και σύνθεση των μύθων, ξεχνώντας εντελώς την επανάσταση που είχα προγραμματίσει...”
Η «Μυθολογία» γράφτηκε το 1965 και ηχογραφήθηκε την επόμενη χρονιά με ερμηνευτή τον Γιώργο Ρωμανό. Αν και οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου δεν προϋπήρχαν ως ποιήματα, θεωρώ πως ο συγκεκριμένος κύκλος τραγουδιών μπορεί κατ’ εξαίρεση να θεωρηθεί μελοποίηση ποιημάτων του Γκάτσου από τον Μάνο Χατζιδάκι, τόσο για την αρτιότητα των στίχων και των μελωδιών, όσο κυρίως για την τόλμη των δημιουργών να προτείνουν ένα εντελώς διαφορετικό ήθος τραγουδιού σε μια εποχή που λίγοι κατάλαβαν των αισθητική πρόταση που προβάλλονταν μέσα από την «Μυθολογία».
Ποίηση: Νίκος Γκάτσος
Το 1986 καταπιάνεται για μια ακόμα φορά με τη μελοποίηση της «Αμοργού» συμπληρώνοντας ένα τραγούδι, και την επόμενη χρονιά ολοκληρώνει ακόμα κάποια αποσπάσματα του έργου και σταματάει οριστικά. Τελικά, τα αποσπάσματα που μελοποίησε ο Μάνος Χατζιδάκις εκδόθηκαν το 2005 σε ενορχήστρωση και αναπροσαρμογή του Νίκου Κυπουργού με σολίστες την Μαρία Φαραντούρη, τον Τάση Χριστογιαννόπουλο και τον Δώρο Δημοσθένους. Ο Μάνος Χατζιδάκις έλεγε για την «Αμοργό» του Νίκου Γκάτσου: “Η «Αμοργός» δεν είναι ένα υπερρεαλιστικό ποίημα· είναι ένα ελληνικό ποίημα, με χρήση κάποιων υπερρεαλιστικών στοιχείων, τα οποία όμως υπάρχουν στην ίδια την ελληνική παράδοση. Γι αυτό και ο Γκάτσος, δεν δυσκολεύτηκε να τα μεταφέρει στο νεοελληνικό τραγούδι, δίνοντας μια καινούργια αίσθηση, αλλά στην ουσία επαναφέροντας τα διαχρονικά στοιχεία που περιείχε η ελληνική παράδοση”. Αναμφισβήτητα, η μελοποίηση του Μάνου Χατζιδάκι πάνω στο εξαιρετικό αυτό ποίημα του Νίκου Γκάτσου, είναι ένα μοναδικό πάντρεμα ποίησης και μουσικής που σπάνια συναντάμε στη σύγχρονη δημιουργία. Η έκδοση του Σείριου με την μελοποίηση της Αμοργού είναι ένας δίσκος που δεν πρέπει να λείπει από καμία δισκοθήκη!
Ο πιο γνωστός και ολοκληρωμένος κύκλος τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι με μελοποιημένα ποιήματα, είναι «Ο Μεγάλος Ερωτικός». Με την επιστροφή του από την Αμερική, το 1972, ο Χατζιδάκις εκδίδει ένα δίσκο – σταθμό, που περιλαμβάνει μελοποιημένα ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη, της Μυρτιώτισσας, του Κωνσταντίνου Καβάφη, του Γιώργου Σαραντάρη, του Διονύσιου Σολωμού, της Σαπφούς και του Γεώργιου Χορτάτση. Επίσης, ένα τραγούδι σε ποίηση Λόρκα από το θεατρικό έργο «Περλιμπλίν και Μπελίσα» σε μετάφραση του Νίκου Γκάτσου και ένα απόσπασμα από την «Μήδεια» του Ευριπίδη σε μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη. Παράλληλα, περιλαμβάνει ένα μελοποιημένο απόσπασμα από το «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντα και μια “συρραφή” από στίχους δημοτικών τραγουδιών. Ο «Μεγάλος Ερωτικός» αποτελεί έναν από τους καλύτερους (αν όχι τον καλύτερο) δίσκο στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Ένας ύμνος στον Έρωτα, μια αξεπέραστη “σπουδή” πάνω στην ποίηση και το πάντρεμά της με τη μουσική, ένα πραγματικό αριστούργημα τέλειας αισθητικής με τις ανεπανάληπτες ερμηνείες της Φλέρυς Νταντωνάκη και του Δημήτρη Ψαριανού. Όπως σημειώνει κι ο Μάνος Χατζιδάκις: “Προσπάθησα να δημιουργήσω απλά τραγούδια αλλά όχι κι εύκολα. Γι' αυτό διάλεξα με προσοχή τους τραγουδιστές που θα τα ερμήνευαν. Και πρώτα η Φλέρυ Νταντωνάκη, με πάθος, σπάνια φωνή κι εσωτερική ένταση και ο Δημήτρης Ψαριανός, απέριττος, νεανικός και γνήσια λαϊκός. Και οι δυο τους τραγουδώντας στον «Μεγάλο Ερωτικό» νομίζω ότι δίνουν μαθήματα ήθους, αλήθειας και μαγείας στο λαϊκό τραγούδι. Με τα τραγούδια αυτά αποτείνομαι στην πιο κρυφή ευαισθησία των νέων ανθρώπων κάθε ηλικίας κι όχι στους εφήμερους και ανεξέλεγκτους ερεθισμούς τους”. Και συνεχίζει: “Τα τραγούδια αυτά δεν είναι αισθησιακά. Λειτουργούν πέρα απ' την πράξη, στο βαθύ αίσθημα που χαρακτηρίζει οποιαδήποτε σχέση, κάθε μορφής, αρκεί να περιέχει τις προϋποθέσεις για ανθρώπινη επικοινωνία”.Ποίηση: Γιώργος Χρονάς
Το 1979 βρίσκουμε μια μελοποίηση του Μάνου Χατζιδάκι σε ένα υπέροχο ποίημα του Βαγγέλη Ροζακέα. Το ποίημα έχει τίτλο «Κύριε» και πιθανόν προοριζόταν για έναν κύκλο τραγουδιών που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, με τίτλο «Εις μνήμην Διονυσίου Κόμητος Σολωμού». Η πρώτη ηχογράφηση του τραγουδιού βρίσκεται στο δίσκο «Μάνος Χατζιδάκις 2000 ΜΧ» με τον ίδιο τον Χατζιδάκι να ερμηνεύει το τραγούδι παίζοντας πιάνο, ενώ πριν από ένα χρόνο το τραγούδησε και η Σαβίνα Γιαννάτου και περιλήφθηκε στον προσωπικό της δίσκο με τίτλο «Μουσική Δωματίων».
Μια ακόμα μελοποίηση του Μάνου Χατζιδάκι, συναντάμε το 1981 πάνω σε ποίηση του Πίνδαρου. Ο Χατζιδάκις μελοποίησε αποσπάσματα από κείμενα του Πίνδαρου στο πρωτότυπο, χωρίς να χρησιμοποιήσει καθόλου μεταφρασμένα αποσπάσματα, ονομάζοντας το έργο «Τα Πινδαρικά» και σκόπευε να το ολοκληρώσει σε μορφή καντάτας για μέτζο-σοπράνο, βαρύτονο, μικτή χορωδία και μικρή ορχήστρα. “Μου παρήγγειλε ο σκηνοθέτης Ντίνος Γιαννόπουλος, να φτιάξω ένα ρέκβιεμ για το χαμό τότε του Τόμας Σίπερς, του μαέστρου και οραματιστή, ιδρυτή κατά κάποιο τρόπο, του Φεστιβάλ της Κέρκυρας, το οποίο όμως δεν συνεχίστηκε... Επειδή λοιπόν ο Τόμας ήταν ένα ωραίο παιδί προπάντων, έπρεπε να υμνήσω το χαμό του σαν ωραίου παιδιού. Έτσι σκέφτηκα πως το καλύτερο ποιητικό κείμενο ήταν ο Πίνδαρος, ο οποίος υμνούσε ωραίους αθλητές. Με τη γλώσσα είχα ήδη προηγούμενο: τη λύση που είχα δώσει στη Σαπφώ. Θέλησα να την προεκτείνω. Έτσι οδηγήθηκα να γράψω τη μουσική μου πάνω στο γνήσιο κείμενο κι όχι σε κάποια μετάφραση”. Τα αποσπάσματα που μελοποίησε ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσιάστηκαν στις εκδηλώσεις του Μουσικού Αύγουστου και δεν εκδόθηκαν ποτέ σε δίσκο.
Την τελευταία μελοποίηση του Μάνου Χατζιδάκι, τη συναντάμε το 1992. Πρόκειται για «Τα τραγούδια της αμαρτίας», μια σειρά ποιημάτων του Ντίνου Χριστιανόπουλου και ένα του Γιώργου Χρονά, που ο Χατζιδάκις σκόπευε να ολοκληρώσει για νεανική λαϊκή φωνή, ανδρική χορωδία και στρατιωτική μπάντα. Στην τελική του μορφή, το έργο θα είχε τίτλο «Τα τραγούδια της αμαρτίας (Η αμαρτία είναι βυζαντινή και ο έρωτας αρχαίος)» και ο συνθέτης είχε ήδη αρχίσει να επεξεργάζεται την ολοκληρωτική του μορφή έχοντας επιλέξει τον Ανδρέα Καρακότα για ερμηνευτή. «Τα τραγούδια της αμαρτίας» ήταν ο τελευταίος κύκλος τραγουδιών που απασχόλησε τον συνθέτη μέχρι τον θάνατό του, γράφοντας τις παρτιτούρες και ηχογραφώντας τα τραγούδια πρόχειρα στο σπίτι του με τον Ανδρέα Καρακότα αλλά και με τη δική του φωνή, δοκιμάζοντας το ύφος και την οριστική μορφή των τραγουδιών. Το έργο παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο κοινό το 1995 ως μπαλέτο με την «Ομάδα Εδάφους» του Δημήτρη Παπαϊωάννου και τελικά ηχογραφήθηκε την επόμενη χρονιά και εκδόθηκε από τον «Σείριο». Στην ηχογράφηση αυτή, ακολουθήθηκαν πιστά οι παρτιτούρες και οι πρόχειρες ηχογραφήσεις του συνθέτη και δεν έγινε καμία απόπειρα ενορχήστρωσης των τραγουδιών. Έτσι, στην έκδοση του 1996, η μορφή των τραγουδιών είναι για πιάνο και φωνή με τον Ανδρέα Καρακότα και την Ντόρα Μπακοπούλου στο πιάνο.Ποίηση: Ντίνος Χριστιανόπουλος






























