Ανάμεσα στην πληθώρα των τραγουδοποιών που εμφανίστηκαν κατά τις αρχές της δεκαετίας του ’80, υπάρχει κι ένας καλλιτέχνης που ξεχώρισε για την ιδιαίτερη γραφή του. Ο λόγος για τον Βασίλη Νικολαΐδη, που μπορεί να μην έχει στο ενεργητικό του πολλούς προσωπικούς δίσκους και συμμετοχές σε εργασίες συναδέλφων του, έχει όμως καταφέρει με το ιδιαίτερο ύφος των τραγουδιών του να χαράξει την προσωπική του πορεία στο ελληνικό τραγούδι. Από την πρώτη του εμφάνιση, στους «Αγώνες ελληνικού τραγουδιού» στην Κέρκυρα το 1981 που διοργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις, έκανε την παρουσία του αισθητή, και η «Οδός Σανταρόζα» έμεινε σαν ένα από τα πιο τρυφερά σατιρικά τραγούδια και την ίδια στιγμή έγινε το “σήμα κατατεθέν” του Νικολαΐδη! Σε κείνη όμως την πρώτη του εμφάνιση, ο Νικολαΐδης έδωσε το καλλιτεχνικό του στίγμα και με ένα ακόμα τραγούδι, υπέροχα μελαγχολικό: το «Δωμάτιο χρωματιστό». Λίγοι κατάλαβαν τότε πως, ο καινούργιος αυτός τραγουδοποιός καταφέρνει με την ίδια τέχνη που μας προκαλεί το χαμόγελο με τους σατιρικούς και πανέξυπνους στίχους του, να προκαλεί και μια βαθιά μελαγχολία βουτώντας στα δύσβατα μονοπάτια του τραγουδιού.
Τα τραγούδια του Νικολαΐδη μοιάζουν να έχουν την καταγωγή τους στους τροβαδούρους της αναγέννησης και στις αστικές καντάδες των αρχών του περασμένου αιώνα. Με μοναδικό όπλο μια κιθάρα, σκαλίζει τις ιστορίες του όπως οι παλιοί τεχνίτες κατασκεύαζαν λεπτά και φινετσάτα κοσμήματα. Τα τραγούδια του δίνουν ακριβώς την αίσθηση του χειροποίητου, εκείνου του τραγουδιού που γεννιέται απ’ την προσωπική ευαισθησία του δημιουργού του, έχει όμως τη δύναμη να γίνεται κτήμα του ακροατή, τουλάχιστον εκείνου που διαθέτει την ίδια ευαισθησία. Το αιρετικό χιούμορ, η καυστική ματιά και τα σωστά ελληνικά, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους στίχους του Νικολαΐδη. Με παιχνιδιάρικη διάθεση πλάθει τους στίχους του που ρέουν σα νερό, ξεδιπλώνοντας τις ιστορίες του μέσα σ’ ένα αστικό περιβάλλον, αναπολώντας πάντα την ξενοιασιά της εξοχής, γι’ αυτό και καταφέρνει μέσα απ’ αυτή την αντίφαση να δημιουργεί τραγούδια γεμάτα εκπλήξεις. Κανένα απ’ τα τραγούδια του δε μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Έχει την ιδιαίτερη ικανότητα να ξεκινάει μια ιστορία σε ένα τραγούδι και να την ολοκληρώνει σε κάποιο άλλο, κάτι που ποτέ δεν είναι άμεσα ορατό (ίσως να μην είναι καν στις αρχικές του προθέσεις).
.
Η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί ότι ο Νικολαΐδης γράφει μόνο σατιρικά τραγούδια, είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη εντελώς λανθασμένη. Η «Οδός Σανταρόζα», «Το αστείο» και «Η ιστορία της Μαρίας», είναι τα πιο δημοφιλή τραγούδια του (άσχετο αν οι περισσότεροι δε γνωρίζουν τους τίτλους τους ή το ποιος είναι ο δημιουργός τους), κάτι που δημιούργησε την εντύπωση στους πολλούς ότι, ο Νικολαΐδης γράφει απλώς χαριτωμένα τραγουδάκια. Λίγοι όμως έχουν μπει στον κόπο ακόμα και μέσα απ’ αυτά τα τραγούδια (κυρίως την «Οδό Σανταρόζα» και την «Ιστορία της Μαρίας») να αφουγκραστούν τη βαθιά μελαγχολία και την διεισδυτική ματιά του δημιουργού τους, που χρησιμοποιεί σαν όχημα το χιούμορ για να εκφράσει τελικά τους πιο σοβαρούς προβληματισμούς του (ποιος άραγε έχει συνεχίσει να χαμογελά στην «Ιστορία της Μαρίας» με τους στίχους: “κι όταν σκότωσαν τον Νίκο Μπελογιάννη / στη Μητρόπολη γινήκανε οι γάμοι / ο φάκελός της σα σκιά εξαφανίστηκε / σε κολυμπήθρα εθνική ξαναβαφτίστηκε”…). Βεβαίως και ο Νικολαΐδης γράφει τραγούδια που στην πλειοψηφία τους τα χαρακτηρίζει το χιούμορ, όμως, σε καμία περίπτωση δεν μένει σε μια επιφανειακή σατιρική αντιμετώπιση των όσων ιστορεί. Στην καταγραφή της προσωπικής δισκογραφίας και των συμμετοχών του Βασίλη Νικολαΐδη που ακολουθεί, θα έχουμε την ευκαιρία να αναφερθούμε και σε πολλά τραγούδια, που μόνο χιουμοριστικά δε μπορούν να χαρακτηριστούν.
.
.
.
Δεν έχει
Δεν έχει τι να καταλάβεις
κι έχω ξεχάσει να μιλάω πολύ
για να σου εξηγήσω
κι όταν μιλάς, αντί να στήσω το αυτί
και όταν κλαις, αντί να δώσω συμβουλή,
θέλω να σε φιλήσω.
Κι έχω ξεχάσει απ’ την πόρτα του σπιτιού σου να περνάω
κι αν στο δρόμο καμιά φορά σε δω
ν’ αλλάξω πεζοδρόμιο, θα ήτανε χοντρό
θα ‘ταν σα να σε παρακαλάω.
Δεν έχω πια τι άλλο να σου πω
απογειώνεσαι πιο γρήγορα από μένα,
μ’ ένα λευκό μοντέρνο αερόπλοιο
χαράζεις μια πορεία στον αέρα.
Κι εγώ που ήθελα στα φτερά μου να σε πάρω
το σύμπλεγμα του Ίκαρου μου είναι πια περιττό,
μού απομένει στην παραλία να βολτάρω
και να σε βλέπω ψηλά στον ουρανό.
Μας κιτρινίζει σαν τα φύλλα ο καιρός
μα να με σκέφτεσαι όταν ευκαιρείς
όταν μου φύγει ο εγωισμός
μου υποσχέθηκες πως θα ‘ρθεις να με βρεις.
Πάρε τις αρετές σου αρμαθιά
γίνε μια κούκλα από γυαλί και πορσελάνη
την επανάστασή σου άσε μια φορά
με τα ρούχα σου απάνω στο ντιβάνι.
Και μη φοβάσαι, δε τη χάνεις ξαφνικά…
Από την παιδική μου ηλικία
είχα στην μέση μια χρόνια δυσκαμψία
ελιγμοί και υποκλίσεις δε μου ήταν βολετό
κι οι δασκάλοι μου το λέγαν από τότε σνομπισμό.
Πρόσεξε πάντως μη τυχών και μπερδευτείς
αν στο μέλλον κάποιος ενορχηστρωτής
τα ανάξια προϊόντα μου ντύσει με άρπες και βιολιά
και τσιγγάνικες ορχήστρες,
τι θα γράφεις πια μετά;
Κι αφού σ’ αρέσει να μου μετράς τις συγχορδίες
έχω για σένα κι άλλες τέτοιες ασχολίες
βρες τ’ ακόρντα μου στο τραγουδάκι αυτό…
(από το τραγούδι «Επιστολή σε κασέτα»)
Μέσα στο δίσκο ο ακροατής βρίσκει μελοποιημένο ένα ποίημα του Παύλου Κριναίου – Μιχαηλίδη, καθώς και στίχους του Ανδρέα Λασκαράτου, ταξιδεύει με τον «Αη-Νικόλα και τον ποιητή που έγινε Σεβάχ Θαλασσινός», παρακολουθεί τις περιπέτειες του ναύτη Νικολαΐδη που για να ξεφύγει από τη Ναυτονομία κρύβεται σε έναν οίκο ανοχής και σώζεται την τελευταία στιγμή από μια πόρνη (!), συναντάει σαν σε όραμα την «Κίρκη στη νταλίκα» μέσα σε ένα άκρως σουρεαλιστικό τοπίο με φόντο κάποιο χιλιόμετρο της εθνικής, και ως άλλος Αίσωπος διηγείται για την «Κατσίκα» του κου Σεγκέν που ελευθερώθηκε τρώγοντας το σκοινί που την κρατούσε αιχμάλωτη. Ο κόσμος του Νικολαΐδη είναι γεμάτος εκπλήξεις, διάφανος, ανατρεπτικός. Ένας κόσμος που από τη μία πατάει στην πεζή καθημερινότητα σχολιάζοντάς την με τρόπο καυστικό, και απ’ την άλλη πετάει στην περιοχή του ονείρου και της φαντασίας με όχημα την ευαισθησία και την οξυδερκή ματιά του δημιουργού του.
Και φυσικά, ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στο δίσκο «Το νησί των λωτοφάγων», σε μουσική του Στάμου Σέμση. Πρόκειται για τον πρώτο δίσκο στον οποίο η Έλλη Πασπαλά μετά απ’ την θητεία της δίπλα στον Μάνο Χατζιδάκι, ερμηνεύει σε πρώτη εκτέλεση τραγούδια με τις μινιμαλιστικές μελωδίες του Σέμση και τους ποιητικούς, γεμάτους φαντασία στίχους του Βασίλη Νικολαΐδη. Στο ρόλο τού στιχουργού, ο Νικολαΐδης παραμένει το ίδιο διεισδυτικός και καίριος. Αυτή τη φορά, οι στίχοι του είναι οι περισσότεροι γραμμένοι σε τρίτο πρόσωπο (και όχι σε πρώτο, όπως μας είχε συνηθίσει στο ρόλο του τραγουδοποιού). Προσεκτικός παρατηρητής, εστιάζει στις ανθρώπινες σχέσεις με ένα καθαρά δικό του τρόπο, δημιουργώντας ένα σύμπαν από φανταστικά πρόσωπα που τελικά είναι τα ίδια που συναντάμε όλοι γύρω μας καθημερινά (μπορεί ακόμα και να είμαστε εμείς οι ίδιοι!!). Η ικανότητά του να σκαλίζει στίχους που σχεδόν ακουμπούν την αισθητική του σουρεαλισμού, αλλά την ίδια στιγμή η αμεσότητά τους αγγίζει και τον πιο ανυποψίαστο ακροατή, είναι ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη στιχουργική του Νικολαΐδη, ειδικά σε αυτή την εργασία του με τον Στάμο Σέμση. «Το νησί των λωτοφάγων» είναι μία σπουδή πάνω στον σύγχρονο κυκεώνα των ανθρώπινων σχέσεων, με τον Νικολαΐδη να κεντάει στην κυριολεξία τις λέξεις του σαν έμπειρος τεχνίτης και να μας προσφέρει τραγούδια που ακούγονται και σήμερα το ίδιο σύγχρονα με την εποχή που πρωτοκυκλοφόρησαν.
Το αστείο
Μ’ άφησες μόνο, ο διάολος να πάρει τη μοίρα μου
θα σ’ είχα σφάξει αν ήταν του χαρακτήρα μου,
μ’ ένα σαλάμι αφημένο καιρό στο ψυγείο
είπα, λοιπόν, να σου κάνω κι εγώ ένα αστείο.
Και πήρα στο τμήμα αμέσως και τους τηλεφώνησα
και παγωμένα τους είπα πως σε δολοφόνησα,
στη μηχανή του κιμά είπα σ’ είχα λιανίσει
κι ένα σαλάμι με σένα πως είχα γεμίσει.
Και ήρθαν στο σπίτι αμέσως για να με πιάσουνε
και στα μπαλκόνια βγήκανε για να μη χάσουνε,
πω πω! να δεις το αίμα του πλήθους παγώνει
μ’ ένα σαλάμι που παίρνανε σ’ ένα σεντόνι.
Και πρώτη σελίδα να γράφει ο Τύπος διάφορα
και ν’ απορώ, κοίτα ρε πως τα κατάφερα,
για να σε κάνω κοντά μου ξανά να γυρίσεις
στ’ αλλαντικά να κοπούν εντελώς οι πωλήσεις.
Και πλάκες επίσης γινήκαν στην αναπαράσταση
που μου τη βαράει κι αρχίζω κι εγώ την παράσταση,
τους δείχνω να! φέτες κόβω απ’ το σαλαμάκι
και τους ρωτάω αν έχει κανένα ουζάκι.
Που λες, τους τη δίνει και θέλουνε να με λιντσάρουνε
και για μια πλάκα την κεφαλή να μου πάρουνε,
κάπου εδώ, μωρό μου, τ’ αστεία τελειώνουν
προφυλακιστέο με βγάζουν και μέσα με χώνουν.
Και λέω την αλήθεια και τώρα πια δε με πιστεύουνε
τρελοί και γιατροί μες στο Δαφνί μ’ αποφεύγουνε,
και περιμένω, μωρό μου, να ‘ρθείς να τους πεις
πως είσαι καλά, δεν είσαι σαλάμι και ζεις.
Φτάνουμε στο 1993, και στην έκδοση του τελευταίου (μέχρι και αυτή τη στιγμή) προσωπικού δίσκου του Βασίλη Νικολαΐδη, τις «Ατασθαλίες». Ο δίσκος εκδόθηκε σε cd, για κάποια χρόνια ήταν αρκετά δυσεύρετος στο εμπόριο, μέχρι που πρόσφατα η Λύρα ανέλαβε την επανέκδοσή του. Εδώ συναντάμε ξανά την «Ιστορία της Μαρίας» στην πιο δημοφιλή της εκτέλεση (με τη συνοδεία μίας μονάχα κιθάρας), καθώς και την «Ιστορία της Μαρίας Νο2» (!!!)· ο δαιμόνιος Νικολαΐδης πλάθει ακόμα μία “Μαρία”, υπηρέτρια αυτή τη φορά, και συνδέει με εξαιρετικό τρόπο τις δύο ιστορίες. Το γνωστό σουρεαλιστικό χιούμορ και ο τρόπος του να περιγράφει τις ιστορίες του, χαρακτηρίζουν ολόκληρο το δίσκο, μόνο που αυτή τη φορά ο αυτοσαρκασμός του ξεπερνάει κάθε προηγούμενο:
Τι να τους κάνω τους λυρικούς που όταν θα με θάψουν
θα τρέξουν στα δισκάδικα για να με αγοράσουν,
να ‘σαι καλά τον Αύγουστο πού ‘ναι παχιές οι μύγες
αν και υπάρχει, λεν μερικοί, μετά θάνατον ζωή.
Τέρμα τ’ αφιερώματα και οι επανεκδόσεις
δεν δίνει πίσω ο θάνατος ό,τι και να του δώσεις
κι έχει τα δικαιώματα κάτω απ’ τα κυπαρίσσια
αν και υπάρχει, λεν μερικοί, μετά θάνατον ζωή.
(από το τραγούδι «Μετά θάνατον ζωή»)
Τον συναντάμε όμως και αλλού: ως εκπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, να ταξιδεύει στη Ρουάντα και με την επιστροφή του να καταγράφει αυτή την εμπειρία στο βιβλίο «Μπαζουνγκού, ένα οδοιπορικό στη Ρουάντα» (σχετική αναφορά στο βιβλίο του Βασίλη Νικολαΐδη υπάρχει στην ιστοσελίδα της Επιθεώρησης Ποιητικής Τέχνης Ποιείν, εδώ). Τον συναντάμε επίσης να εκθέτει ζωγραφικά του έργα (το εξώφυλλο του δίσκου «Η νύχτα ήταν πάλι κάπου αλλού» είναι δικό του!) μαζί με συναδέλφους του μουσικούς και τραγουδιστές. Τον συναντάμε κάθε φορά που έχουμε ανάγκη να ακούσουμε έναν πραγματικά σύγχρονο ποιητικό λόγο στο τραγούδι. Κάθε φορά που νιώθουμε αφόρητη πλήξη από την επανάληψη στη θεματολογία των τραγουδιών των συναδέλφων του. Κάθε φορά που θέλουμε μια ζεστή φωνή να μας αφηγηθεί ευφάνταστες ιστορίες, που μέσα τους κρύβεται κάτι κι απ’ τον εαυτό μας. Όταν το τραγούδι παύει να είναι μια διαδικασία που απλώς μας κάνει πιο ευχάριστες τις ώρες του πρωινού μποτιλιαρίσματος, και γίνεται μια ποιητική πράξη, ικανή να μας ταξιδέψει και να μας αγγίξει ουσιαστικά.
Οι χιλίαρχοι είχαν δώσει τα σωστά παραγγέλματα.
Οι εκατόνταρχοι είχαν γαβγίσει.
Και οι πραιτοριανοί είχαν υπακούσει…
Όμως, η γη ακόμα γύριζε.
Και όμως, η γη ακόμα γύριζε
σαν δίσκος από βινύλιο.
(ναι, ναι!)
.
Ωραία…
19 σχόλια:
Όσο η ανάρτηση για τον Βασίλη Νικολαϊδη παραμένει χρονικά τελευταία, ακούμε τα τραγούδια:
Οδός Σανταρόζα, από τον ομότιτλο δίσκο.
Βαφτιστικό, από το δίσκο «Ελλάς».
Η νύχτα ήταν πάλι κάπου άλλού, από τον ομότιτλο δίσκο.
Δεν είμαι εγώ, από το δίσκο «Ατασθαλίες»
Κάθε φορά που σε διαβάζω έχω την αίσθηση πως ανοίγεις ένα *μαγικό μπουκαλάκι από άρωμα* κι αρχίζει σαν καπνός το αιθέριο να απλώνεται απαλά, τρυφερά κάνοντας ορατό το άρωμα σαν μυρωδιά και σαν γεύση.
θαυμάζω την ιστορική ανάγνωση που ακολουθείς και αφήνομαι στην ιδιαίτερη γραφή σου που ξεδιπλώνεται με άψογο αφηγηματικό τρόπο. Όμορφος λόγος για να μας πάρεις από το χέρι και ν' ακολουθήσουμε την διαδρομή του καλλιτέχνη.
Τον θυμάμαι από τους αγώνες πόσο μεγάλη αίσθηση είχε κάνει τότε με την "οδό Σανταρόζα". Δεν ήταν το καυστικό χιούμορ μόνον αλλά και η πικρή αλήθεια που κρύβονταν πίσω από τις λέξεις του. Κρίμα που τα σχεδόν όλα τα ραδιόφωνα τον αγνοούν και δεν παίζουν τραγούδια του. Αν και νομίζω πως ο Βασίλης Νικολαίδης είναι για μικρές επιλεκτικές ακροάσεις. Χαίρομαι που κοντά σου τον ξαναβρήκα
ακολουθώντας την αθωωτική πλευρά των τραγουδιών.
Να είσαι καλά.
Καλωσόρισες σπίτι σου!
@Σοφία Στρέζου: ο Βασίλης Νικολαϊδης ανήκει, μαζί με κάποιους άλλους καλλιτέχνες, στις μορφές της προσωπικής μου Μυθολογίας! Δε θα μπορούσε λοιπόν να είναι διαφορετική η παρουσία του στο «Άρωμα του Τραγουδιού». Ας μου συγχωρεθούν -ίσως- κάποιες υπερβολές, μα δε μπορεί να τις αποφύγει κανείς όταν παλεύει να ζωγραφίσει το πορτραίτο μίας τόσο ιδιαίτερης καλλιτεχνικής φυσιογνωμίας, όπως του Νικολαϊδη.
Ευχαριστώ για την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια.
@Μουσικά Προάστια: καλώς σε βρίσκω και πάλι, Ηρακλή.
Ta exoume pei xana kai xana...:)
Kathe mpoukalaki den einai aplo aroma...EInai eroma zois kai eyxaristisis..
Kalo SK na exoume...
καλησπέρα
συγχαρητήρια για τη δουλειά που κάνεις εδώ μέσα!
και συγχαρητήρια για το υπέροχο αυτό αφιέρωμα
σε έναν τραγουδοποιό (κυρίως)
που δυστυχώς λίγοι γνωρίζουν
παρότι είναι ίσως από τους καλύτερους που έχει βγάλει αυτή η χώρα.
δυστυχώς δε θα ξεχάσω ποτέ
όταν κυκλοφόρησε τις "ατασθαλίες"
που ψάχνοντας να βρω τον δίσκο
όλοι οι ιδιοκτήτες/εργαζόμενοι δισκοπωλείων με ρωτούσαν με απορημένα βλέμματα
"σκυλλάδικα τραγουδάει αυτός";
δυστυχώς...
να είσαι καλά φίλε μου
καλό σου βράδυ
@Giousurum: ευτυχώς για εμάς, υπάρχουν πάρα πολλά ακριβά αρώματα στο ελληνικό τραγούδι. Δε μας μένει, παρά να τα ξανα-ανακαλύπτουμε και να τα θυμόμαστε συχνά.
Σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά λόγια.
@Κωνσταντίνος Π: είναι απαράδεκτο να μην έχει επανεκδοθεί κανένας δίσκος του Νικολαϊδη σε cd. Οι εταιρείες έχουν επανεκδώσει εδώ και χρόνια ένα κάρο βινύλια και δεν έχουν ασχοληθεί ούτε μία φορά με τους τρεις πρώτους δίσκους του. Είναι ξεκάθαρο πως οι προτεραιότητές τους είναι άλλες…
Σε πείσμα των καιρών, εμείς θα εξακολουθούμε να θυμόμαστε καλλιτέχνες όπως ο Νικολαϊδης, εκφράζοντας παράλληλα και την απαίτηση για την επιστροφή τους στη δισκογραφία και τις ζωντανές εμφανίσεις (ιδίως αυτές!).
Σε ευχαριστώ για την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια.
Τέλειο post, τα είπες όλα γι' αυτόν τον εξαίρετο ανατρεπτικό τραγουδοποιό!
Διάβασα και το γράμμα σου περί του comeback της Αρλέτας! Τυχεροί πρέπει να είσαστε! Δυστυχώς, μια γρίπη- που τώρα μόλις είναι στο τελείωμα της- με κράτησε σπίτι εκείνο το βράδυ...
@Bosko: σε ευχαριστώ, Αντώνη.
Νικολαϊδης, Αρλέτα… πρόσωπα που πάντα ξεχώριζαν στο ελληνικό τραγούδι τόσο για την καλλιτεχνική τους πορεία, όσο και για την γενικότερη στάση τους. Και πάντα θα έχουμε ανάγκη να τους ακούμε και να τους παρακολουθούμε από κοντά.
Κρίμα που δεν ήσουν την Παρασκευή. Η συνέντευξη όμως που τής πήρες, είναι σίγουρα η καλύτερη ανταμοιβή!...
Καλό σου απόγευμα.
...Χάθηκα χθες για δύο ώρες μέσα σ'ένα μπουκάλι που ξέβρασε το κύμα σε μια μακρινή παραλία της παραμεθορίου,με ένα χρόνο καθυστέρηση δυστυχώς...
Έκρυβε αρώματα από αμέτρητα τραγούδια,μυρωδιές από μελωδίες και σκηνές σαν φλασάκια από μια ζωή είκοσι χρόνων και βάλε! Από τότε... από το Νυχτερινό του Λαπαθιώτη να ψάχνει τις κατάλληλες συγχορδίες, από τις Σελίδες του Χειμώνα να ξεφυλλίζουν το Μεσολόγγι κι από πόσα άλλα φαινόταν πως το ταξίδι θα είχε μουσική, θα ήταν μουσική!
Χαίρομαι που το καράβι παρέμεινε πιστό στη ρότα του και εξακολουθεί το ταξίδι αναδεικνύοντας αλλά και δημιουργώντας προορισμούς! Όπως και νά'χει, απ'όσο μακριά ή κοντά, εγώ θα το θαυμάζω...
"Απολογία" 26/2/09
@Paramethorius: ο Λαπαθιώτης αυθαιρετώντας να “ανακαλύπτει” τον πληθυντικό της λέξης Χάος, οι Σελίδες να ξεχειμωνιάζουν εδώ και χρόνια ανέκδοτες και το ακορντεόν στην «Απολογία» λίγο ασταθές στην αρχή, πιο σίγουρο αργότερα, απαραίτητο στο τέλος. Κι αν τα περισσότερα απ’ αυτά φαντάζουν πλέον μακρινά, η Μουσική παραμένει˙ όχι τόσο πρωτόλεια όσο τότε, αλλά σίγουρα το ίδιο γνήσια και αληθινή, ίδιο σωσίβιο.
Η παραμεθόριος έχει (ευτυχώς) θάλασσα για να αράζει που-και-που κανένα μπουκαλάκι! Όσο για τα υπόλοιπα, από κοντά. Όχι μόνο σε προαύλια ναών και σε αναγκαστικά κυλικεία της Μεσογείων. Από κοντά!
ΥΓ: εντυπωσιασμένος από την εξοικείωσή σου με το πληκτρολόγιο, παρακαλώ να μεταβιβάσεις τους χαιρετισμούς μου στον άξιο δάσκαλό σου…
Οπως η γη γυριζει,ετσι γυρνω κι εγω,ν'αφουγκραστω,να γεμισω την ψυχη μου,με οτι πιο ομορφο σε αναρτηση μπορω να διαβασω ,ν'ακουσω και να δω,
σ'ευχαριστω για ολα αυτα..για την ευαισθησια που εκπεμπει το blog σου!!!
Δαφνη!
@Δάφνη: πάντα με τον καλό το λόγο!
Εγώ σ’ ευχαριστώ για την επίσκεψη.
Αλήθεια, τον βρήκες εκείνον το δίσκο με την Κανελλίδου να τραγουδάει jazz κομμάτια?
Έχω πολύ καιρό να σε δω και μου 'χεις λείψει.
καλά γραψίματα και πολλά φιλιά
@F: κι μένα μου έλειψες, Γιώργο.
Αν και σε συναντάω συχνά μέσα απ’ τα FM, τις σελίδες των περιοδικών και του internet, και όπου αλλού κάθε φορά επιλέγεις να “μιλήσεις”.
Καλά γραψίματα και σε σένα.
Και σύντομα να πιούμε εκείνον τον Σαββατιάτικο καφέ!
Καλησπερα !
Καθε αναρτηση και ενα καινουργιο "αρωμα"μουσικης και πληροφοριων..σ'ευχαριστω πολυ γι'αυτο!
Δυστυχως οχι...δεν μπορεσα να βρω το δισκο της Καννελιδου..συνεχιζω ομως να ρωτω ...ισως καπου τον πετυχω ...ελπιζω!
Καλο βραδυ.
Δαφνη!
Πολυ ομορφη αναρτηση για ενα τραγουδοποιο που μαλλον ελαχιστα ειναι γνωστος.Κραταμε την επιρροη του Μπρασενς την αποτυπωση της ιστοριας, το μοναχικο ανδρικο βλεμμα , πολλες καλες στιγμες στα τραγουδια του και αλλες παλι αδυναμες μιας και η στιχουργικη δεν ειναι τοσο απλη υποθεση, συγγενευει με την ποιηση.
Παντως και στις αδυναμες του στιγμες παραμενει ενδιαφερων και αυθεντικος.
Μια ωραια των ημερων θα 'ρθουν δρυοκολαπται
αδωντες αδωντες ασμα επουρανιο
Μακρυς ο δρομος της μεταφορας, του οιστρου και του καματου...
Πρωτοακουσα Νικολαϊδη στα 13-14, οταν ειχε κυκλοφορησει η Νυχτα ηταν παλι καπου αλλου. Το ειχα γραψει σε κασσετα, η οποια μετα απο καποια χρονια χαλασε απο την πολλη χρηση. Τα τελευταια δεκα χρονια προσπαθω να βρω σε cd ή σε βυνιλιο αυτον και τους υπολοιπους δισκους, αλλα φευ. Ισως θα πρεπε να παει να παει να χορεψει με τον Καπουτζιδη για να του επανεκδοσουν καποιο απο τους δισκους του...
Αλλα, βεβαια, πρεπει να δειξουμε κατανοηση στην ντοπια τη διανοηση
http://theovaf.blogspot.com/2011/04/blog-post_8684.html
... σας ευχαριστώ και από εδώ ...
Δημοσίευση σχολίου